Τι να κάνουν και αυτοί οι Έλληνες…

Όταν μια κακή κυβέρνηση μοιάζει λιγότερο τρομακτική από μια αντιπολίτευση που δεν ξέρει ούτε ποια σελίδα της ιστορίας διαβάζουμε
Γράφει ο Άκης Λιάντζουρας
Πείτε μου, πώς να μην τους λυπάσαι τους Έλληνες;
Ξυπνούν κάθε πρωί με τα σπασμένα τους νεύρα, πίνουν έναν φραπέ που έχει γίνει πια νευρομυοχαλαρωτικό, βρίζουν για τις τιμές στο σούπερ μάρκετ και μετά, τι κάνουν; Σουτάρουν ψήφο πάλι εκεί. Στο ίδιο πηγάδι που τους έπνιξε. Στην κάλπη των “αρίστων”. Και όχι, δεν είναι παράλογοι. Είναι απλώς εγκλωβισμένοι σε ένα πολιτικό τοπίο που θυμίζει παλιό συνεργείο με κλειστά ρολά: όλο γράσο και πουθενά μηχανικός.
Διότι καλή η κριτική στον Μητσοτάκη – η οποία, ομολογουμένως, βρίσκει πλούσιο υλικό: από τα Τέμπη, μέχρι τις απευθείας αναθέσεις, από τις υποκλοπές, μέχρι την απίστευτη διαχείριση του ΟΠΕΚΕΠΕ, που πια μοιάζει με σκηνή από βαλκανικό φιλμ διαφθοράς, με bonus τις δηλώσεις ότι «θα κατασκηνώσει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία στην Αθήνα». Σαν να ήρθε η Δικαιοσύνη με sleeping bag και power bank.
Και ο Καραμανλής; Ακόμη τον προωθούν, λέει, για απαλλαγή. Μιλούν για «κατασκευή αδικήματος» και ξεχνούν πως μιλάμε για τη χειρότερη σιδηροδρομική τραγωδία εδώ και δεκαετίες. Ξεχνούν ότι είχαν φροντίσει να αλλάξουν τα ηλικιακά όρια για να χωρέσει σε θέση ευθύνης ο σταθμάρχης της Λάρισας. Στα σοβαρά τώρα;
Όλα αυτά θα ήταν αρκετά για να καταρρεύσει μια κυβέρνηση. Θα ήταν.
Αλλά έλα που η αντιπολίτευση ζει σ’ ένα πολιτικό Μουσείο Φαντασμάτων. Ανίκανοι να διαβάσουν τη συγκυρία, πιο έξω από την κοινωνία και από το TikTok μαζί. Ο Ανδρουλάκης, παρότι μοιάζει να βρίσκει φωνή, κάνει το λάθος να τη χρησιμοποιεί για να πει στους ψηφοφόρους τι θα έπρεπε να σκεφτούν. Το ΚΚΕ κουνάει το δάχτυλο στον Ανδρουλάκη επειδή δεν υπογράφει το καθ’ όλα σωστό αλλά αδέξιο ψήφισμα για τη Γάζα – και αντί να στραφούν στην κυβέρνηση, σφάζονται μεταξύ τους για τα παλιά ξενοδοχεία της ιδεολογίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ; Περιμένει τον Τσίπρα να τελειώσει το βιβλίο του, μπας και μάθουμε τι προτείνει.
Μια χώρα με διαλυμένες ανεξάρτητες αρχές, με θεσμούς που δέχονται συνεχείς επιθέσεις, με Ευρωπαϊκά προγράμματα που περνούν κάτω απ’ τη μύτη μας για να μπουν η Τουρκία και όχι εμείς, και την Ιερά Μονή του Σινά να απειλείται από μονομερή νομολογία της Αιγύπτου — και το μόνο που καταφέρνει η αντιπολίτευση είναι να θυμίσει στον λαό τις χειρότερες εποχές του εαυτού της.
Και έτσι… τι να κάνουν οι Έλληνες; Να ψηφίσουν ποιους;
Όταν η κυβέρνηση τους φτύνει και η αντιπολίτευση τους κάνει μάθημα για το γιατί δεν πρέπει να σκουπιστούν, τότε –όσο κι αν ακούγεται τραγικά σουρεαλιστικό– η φτύνουσα κυβέρνηση μοιάζει σχεδόν “σταθερή”. Και αυτή η σταθερότητα, όσο θλιβερό κι αν είναι, περνάει ακόμη στους δείκτες πρόθεσης ψήφου.
Είναι ψυχολογικό:
Όπως ο κακοποιημένος εργαζόμενος που προτιμά τον βίαιο αλλά γνώριμο εργοδότη από τον καινούριο που υπόσχεται πολλά, αλλά εμφανίζεται με ρούχα 90s και παλιά συνθήματα. Οι Έλληνες δεν είναι ηλίθιοι. Είναι πληγωμένοι. Και μπροστά στην πολιτική ασάφεια, επιλέγουν το χειρότερο που τουλάχιστον ξέρουν.
Αυτό είναι το πρόβλημα. Και δεν θα λυθεί με συνεντεύξεις, συνέδρια ή συναντήσεις με πρέσβεις. Θα λυθεί μόνο όταν κάποιος θυμηθεί πως η πολιτική είναι πρωτίστως ανάγνωση ανθρώπων – όχι σκανδάλων.
Μέχρι τότε, «οι άριστοι» θα παραμένουν στην κορυφή. Όχι επειδή αξίζουν. Αλλά επειδή οι άλλοι κοιτάνε ακόμα το ταβάνι, αναρωτώμενοι τι στο καλό να κάνουν και αυτοί οι Έλληνες.