Νομικού: Οι σεισμογενείς ζώνες και οι περιοχές που πρέπει να είναι «tsunami ready» στην Ελλάδα

Η καθηγήτρια Γεωλογικής Ωκεανογραφίας του ΕΚΠΑ, Εύη Νομικού, μίλησε στο Direct και τον Γιώργο Ευγενίδη για τις πιο ενεργές σεισμογενείς ζώνες της Ελλάδας και τις περιοχές που πρέπει να προετοιμαστούν για πιθανό τσουνάμι.
Αναφερόμενη στους σεισμούς της Σαντορίνης, χαρακτήρισε τον Φεβρουάριο «δύσκολο», καθώς οι επιστήμονες προσπαθούσαν να εξηγήσουν το σπάνιο γεωλογικό φαινόμενο. Όπως εξήγησε, «το Κολούμπο είναι ένας πολύ ενεργός χώρος, καθώς δίπλα του υπάρχουν ενεργά ρήγματα. Όταν έχεις πολλές δονήσεις, αρχίζεις να ανησυχείς ως γεωλόγος».
Η επιστημονική ομάδα μελετά την περιοχή πάνω από είκοσι χρόνια και έχει αναλύσει πλήρως τα φαινόμενα. Η καθηγήτρια τόνισε ότι «ο μαγματικός θάλαμος έχει επηρεαστεί, κάτι που ενεργοποίησε τα ρήγματα. Πρόκειται για συνδυασμό μάγματος με τεκτονική». Σημείωσε πως το ηφαίστειο της Σαντορίνης είναι το πιο ενεργό στην Ελλάδα και εκρήγνυται κάθε 70 χρόνια, χωρίς όμως να υπάρχει κίνδυνος καταστροφικής έκρηξης.
Διευκρίνισε ότι η συζήτηση αφορά το Κολούμπο και όχι τη Νέα Καμένη, όπου «δεν υπήρξε ποτέ αναφορά για πιθανή έκρηξη». Επιπλέον, υπογράμμισε την ανάγκη ενίσχυσης της χρηματοδότησης για τη θαλάσσια έρευνα, καθώς οι υποθαλάσσιοι σεισμογράφοι «είναι οι μόνοι μάρτυρες που ακούν τους παλμούς του ηφαιστείου». Τον Δεκέμβριο προγραμματίζεται η ανάσυρση των μηχανημάτων για την επεξεργασία των δεδομένων και επανεγκατάστασή τους στη θάλασσα.
Σε ό,τι αφορά τη σεισμική δραστηριότητα, η καθηγήτρια εξήγησε ότι οι δονήσεις προήλθαν από την άνοδο του μάγματος και τη θραύση πετρωμάτων, που προκαλεί τους σεισμούς. Το φαινόμενο σταμάτησε στα τέλη Μαρτίου, όταν έπαψε η άνοδος του μάγματος.
Ο χάρτης της Ελλάδας απεικονίζει τις «κόκκινες» περιοχές με τη μεγαλύτερη σεισμική δραστηριότητα. Αν προστεθούν και τα ηφαίστεια, όπως στη Σαντορίνη, οι ζώνες αυτές γίνονται ακόμα πιο ενεργές. Αντίθετα, στις βόρειες Κυκλάδες η σεισμικότητα είναι πολύ χαμηλή και δεν αναμένονται σεισμοί.
Για τα τσουνάμι, η καθηγήτρια επισήμανε ότι αποτελούν ζήτημα που απασχολεί τη χώρα. Έδωσε έμφαση σε περιοχές όπως η Σάμος, η Ρόδος και η Καλαμάτα, όπου οι κάτοικοι πρέπει να είναι ενημερωμένοι και να απομακρύνονται από τις ακτές σε περίπτωση μεγάλης σεισμικής δόνησης.
Παράλληλα, αναφέρθηκε στο υψηλό κόστος της διεθνούς επιστημονικής έρευνας, επισημαίνοντας: «Το γερμανικό πλοίο κόστιζε 100.000 την ημέρα και το πλήρωνε η Γερμανία. Η Ελλάδα είναι παράδεισος για να μελετήσει κανείς αυτά τα φαινόμενα, είναι το σούπερ μάρκετ φυσικών καταστροφών. Χρειάζεται όμως επένδυση και από την ελληνική πολιτεία».
Τέλος, στάθηκε στο γεωπάρκο της Νισύρου, περιγράφοντάς το ως «μουσείο ηφαιστειολογίας», όπου για πρώτη φορά περιλαμβάνονται και θαλάσσιοι χώροι. Τόνισε ότι το γεωπάρκο σημαίνει προστασία του περιβάλλοντος από τους κατοίκους και προσέλκυση ποιοτικού τουρισμού, χωρίς την ανάγκη μεγάλων υποδομών.