Εγκρίθηκε εξερευνητική γεώτρηση πετρελαίου ανοικτά του Αμαζονίου
Η βραζιλιάνικη δημόσια πετρελαϊκή εταιρεία Petrobras ανακοίνωσε τη Δευτέρα την έγκριση άδειας για εξερευνητική γεώτρηση πετρελαίου σε θαλάσσια περιοχή ανοικτά του Αμαζονίου. Το έργο έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από περιβαλλοντικές οργανώσεις, καθώς η εξέλιξή του συμπίπτει με την προετοιμασία της COP30, που θα πραγματοποιηθεί τον Νοέμβριο στη Μπελέμ του Αμαζονίου.
Ο πρόεδρος της Βραζιλίας, Λουίς Ινάσιου Λούλα ντα Σίλβα, προωθεί το συγκεκριμένο έργο, παρά το γεγονός ότι έχει δεσμευτεί για την προστασία του τροπικού δάσους και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Κριτικοί του προέδρου επισημαίνουν τις αντιφάσεις ανάμεσα στις περιβαλλοντικές του δεσμεύσεις και την υποστήριξη της πετρελαϊκής δραστηριότητας.
Η Petrobras διευκρίνισε ότι η γεώτρηση θα ξεκινήσει άμεσα και θα διαρκέσει πέντε μήνες, αξιοποιώντας ήδη διαθέσιμο εξοπλισμό. Σε ανακοίνωσή της, η εταιρεία υπογραμμίζει ότι έχει εκπληρώσει όλες τις προϋποθέσεις που όρισε το IBAMA, το δημόσιο ινστιτούτο περιβάλλοντος και ανανεώσιμων φυσικών πόρων, τηρώντας τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης.
Η άδεια αφορά την εξερεύνηση δυνητικού κοιτάσματος σε μεγάλο βάθος, σε απόσταση 500 χιλιομέτρων από το στόμιο του Αμαζονίου και 175 χιλιομέτρων από την ακτή. Η περιοχή, γνωστή ως Margem Equatorial, βρίσκεται κοντά σε μεγάλα κοιτάσματα που έχει ανακαλύψει η Γουιάνα.
Το IBAMA επιβεβαίωσε ότι η άδεια εκδόθηκε μετά από αυστηρή διαδικασία ελέγχου. Ωστόσο, η συλλογικότητα Observatório do Clima, που συγκροτείται από μη κυβερνητικές οργανώσεις, κατήγγειλε ότι «η έγκριση αυτή σαμποτάρει την COP30 και αντιβαίνει στον ηγετικό ρόλο για το κλίμα που διεκδικεί ο πρόεδρος Λούλα στη διεθνή σκηνή». Η ίδια συλλογικότητα προανήγγειλε προσφυγή στη δικαιοσύνη, καταγγέλλοντας παρανομίες και τεχνικές παραλείψεις στην αδειοδότηση, με στόχο την ακύρωση του έργου.
Η Βραζιλία κατατάσσεται όγδοη παγκοσμίως στην παραγωγή πετρελαίου, με ημερήσια παραγωγή περίπου 3,4 εκατομμύρια βαρέλια το 2024. Παράλληλα, η χώρα καλύπτει σχεδόν το ήμισυ της ενεργειακής της κατανάλωσης από ανανεώσιμες πηγές, γεγονός που καταδεικνύει τη διπλή ενεργειακή της πολιτική ανάμεσα σε ορυκτά καύσιμα και βιώσιμες πηγές ενέργειας.





