Γερμανία: Φορολογικά κίνητρα για συνταξιούχους που συνεχίζουν να εργάζονται
Η γερμανική κυβέρνηση, υπό την ηγεσία του καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς, προωθεί ένα νομοσχέδιο που προβλέπει φορολογική απαλλαγή για τους συνταξιούχους που συνεχίζουν να εργάζονται. Συγκεκριμένα, οι πολίτες που εργάζονται μετά την ηλικία συνταξιοδότησης δεν θα φορολογούνται για τα πρώτα 2.000 ευρώ του μηνιαίου εισοδήματός τους.
Το πρόγραμμα Aktivrente, όπως ονομάζεται, αποτελεί μια προεκλογική υπόσχεση του Μερτς και στοχεύει στην ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης και στην αύξηση της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, σύμφωνα με δημοσίευμα του Guardian.
Στην πράξη, το μέτρο παρέχει ένα αφορολόγητο όριο 2.000 ευρώ ανά μήνα, ή 24.000 ευρώ ετησίως, για το εισόδημα από εργασία πέραν της σύνταξης. Για παράδειγμα, ένας εργαζόμενος που κερδίζει 3.000 ευρώ ακαθάριστα το μήνα θα φορολογηθεί μόνο για 1.000 ευρώ.
Το μέτρο θα τεθεί σε ισχύ από τον Ιανουάριο και έχει ήδη εξασφαλίσει τη στήριξη και μελών των Σοσιαλδημοκρατών, παρά τον αρχικό σκεπτικισμό τους. Ο ίδιος ο καγκελάριος Μερτς τόνισε ότι πρόκειται για μια αποφασιστική παρέμβαση μετά από τρία χρόνια οικονομικής στασιμότητας, η οποία επιδεινώθηκε από την έλλειψη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού λόγω της δημογραφικής κρίσης.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, περίπου το 9% του εργατικού δυναμικού, ή 4,8 εκατομμύρια άτομα, αναμένεται να συνταξιοδοτηθεί την επόμενη δεκαετία, γεγονός που καθιστά αναγκαία τη διατήρηση της εμπειρίας και των γνώσεων στην αγορά εργασίας.
Το νομοσχέδιο επισημαίνει ότι το φορολογικό κίνητρο θα βοηθήσει στη διατήρηση των εργαζομένων σε θέσεις εργασίας για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, θα αυξήσει το ποσοστό απασχόλησης και θα συμβάλει τόσο στην οικονομική ανάπτυξη όσο και στην αύξηση των κρατικών εσόδων.
Το πρόγραμμα αφορά όσους έχουν συμπληρώσει την κανονική ηλικία συνταξιοδότησης των 67 ετών και συνεχίζουν να εργάζονται σε θέσεις με καταβολή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης. Εξαιρούνται δημόσιοι υπάλληλοι, έμποροι, αυτοαπασχολούμενοι και εργαζόμενοι στον αγροτικό και δασικό τομέα.
Η κυβέρνηση εκτιμά ότι αν περίπου το ένα τέταρτο των δικαιούχων αποδεχθούν το μέτρο, το ετήσιο κόστος σε φορολογικά έσοδα θα είναι λίγο κάτω από 900 εκατομμύρια ευρώ, αν και ορισμένοι ειδικοί ανεβάζουν το ποσό στα 1,9 δισεκατομμύρια ευρώ. Παρά το κόστος, η κυβέρνηση τονίζει ότι τα μακροπρόθεσμα οφέλη από την οικονομική ανάπτυξη και τις αυξημένες εισφορές θα υπερκαλύψουν το κόστος μέσα σε τρία χρόνια.





