Καπετάν Κώττας: Η ανατροπή του Μακεδονικού Αγώνα και η προδοσία που στοίχισε τη ζωή του
Το 1900, ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης ανέλαβε σε μια περίοδο ταραχής και τρόμου στη Μακεδονία, όπου η πόλη βρισκόταν υπό την πίεση των πατριαρχικών φυγάδων.
Ο δυναμικός Γερμανός δεν έμεινε αδρανής. Επικοινώνησε με το ελληνικό προξενείο στο Μοναστήρι και αναζήτησε συμμάχους για την ελληνική υπόθεση. Έτσι γνώρισε τον Καπετάν Κώττα, μέσω του ιερέα Σταύρου Τσάμη από το Πισοδέρι. Η συνάντησή τους έγινε στο χωριό Τίρνοβο, και κράτησε ολόκληρη νύχτα.
Ο Μητροπολίτης εξήγησε στον Κώττα ότι οι σλαβόφωνοι κάτοικοι της περιοχής ήταν στην ουσία Έλληνες από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, καθώς η γη τους ήταν γεμάτη αρχαία ελληνικά μνημεία και νομίσματα. Τόνισε επίσης πως οι Βούλγαροι δεν μπορούσαν να ελευθερώσουν τη Μακεδονία, αφού δεν είχαν καταφέρει να απελευθερώσουν τη δική τους χώρα, παρά μόνο χάρη στη ρωσική στήριξη.
Πείστηκε και ο Κώττας, δεσμεύτηκε να αγωνιστεί για τον Ελληνισμό. Ο Γερμανός υποσχέθηκε οικονομική βοήθεια στην ομάδα του και να στείλει τους γιους του στην Αθήνα για σπουδές. Ένας από αυτούς, ο Σωτήριος Κώττας, θα διακριθεί αργότερα φτάνοντας στον βαθμό του Αντιστράτηγου.
Παράλληλα, ο Μητροπολίτης στρατολόγησε τον καπετάν Βαγγέλη από το Στρέμπενο και, μέσω του Κώττα, τον Γκέλεφ, πρώην δάσκαλο από τα Τίρσια. Ο Γκέλεφ είχε προσωπικό χρέος στον Κώττα, που απελευθέρωσε τη σύζυγο και την κουνιάδα του από τους κομιτατζήδες.
Στη μάχη στο Όστιμα, Κώττας και Γκέλεφ κατανίκησαν τους κομιτατζήδες, φέρνοντας ελπίδα στον ελληνικό αγώνα. Ο Γερμανός, έφιππος και οπλισμένος με τη συνοδεία του σωματοφύλακα Εμίν, περιόδευε στα χωριά και πέτυχε τη μεταστροφή πολλών χωρικών από την Εξαρχία στο Πατριαρχείο.
Για πρώτη φορά, ο Ελληνισμός έδειχνε να ανακτά έδαφος στη Μακεδονία. Ωστόσο, το ερώτημα που παραμένει αναπάντητο είναι ποιος προδότης οδήγησε στον τραγικό θάνατο του Καπετάν Κώττα, αφήνοντας την ιστορία με ένα σκοτεινό μυστήριο.





