Καθηγητής Αιγυπτιολογίας: Η Ελλάδα έχει το κατάλληλο μουσείο για τα γλυπτά του Παρθενώνα
Την 1η Νοεμβρίου ανοίγει επίσημα τις πύλες του το Μεγάλο Αιγυπτιακό Μουσείο (Grand Egyptian Museum/GEM), το μεγαλύτερο στον κόσμο, που βρίσκεται δίπλα στις πυραμίδες της Αιγύπτου.
Ο διακεκριμένος καθηγητής Αιγυπτιολογίας στο πανεπιστήμιο του Καΐρου, Τάρεκ Ταουφέκ, ο οποίος υπήρξε διευθυντής του μουσείου, δηλώνει σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πως είναι εξαιρετικά ικανοποιημένος από το τελικό αποτέλεσμα, χαρακτηρίζοντας το μουσείο «πυραμίδα της σύγχρονης εποχής».
Το μουσείο καταλαμβάνει 50.000 τ.μ., φιλοξενεί 30.000 εκθέματα και κόστισε 1,4 δισ. δολάρια. Από τις 14 αίθουσες, οι δύο είναι αφιερωμένες αποκλειστικά στον Τουταγχαμών, τον οποίο ο καθηγητής αποκαλεί «μεγάλο σταρ» του μουσείου. Σε αυτές τις αίθουσες εκτίθενται 6.000 τεχνουργήματα, δηλαδή το σύνολο των αρχαιολογικών ευρημάτων που σχετίζονται με τον φαραώ, κάτι που γίνεται για πρώτη φορά.
Ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει την ιστορία της Αιγύπτου από την προϊστορική μέχρι και την ελληνο-ρωμαϊκή εποχή, μέσα από τα εκθέματα των υπόλοιπων δώδεκα αιθουσών.
Ο Τάρεκ Ταουφέκ αναφέρει ειδικά κάποια σημαντικά εκθέματα, όπως το κολοσσιαίο άγαλμα του Ραμσή Β΄, ύψους 12 μέτρων, που κοσμεί την είσοδο και τη μεγάλη σκάλα του μουσείου, παρόμοια με αυτήν στο Μουσείο της Ακρόπολης. Η σκάλα πλαισιώνεται από εβδομήντα κολοσσιαία αγάλματα και εντυπωσιακά αρχιτεκτονικά μέλη. Ανάμεσά τους είναι και το άγαλμα του θεού Σέραπι, που απεικονίζεται ως Έλληνας θεός. Στο τέλος της σκάλας υπάρχει μια γυάλινη πρόσοψη ύψους 25 μέτρων, από όπου διακρίνονται οι πυραμίδες.
Επιπλέον, τοποθετήθηκε ο τάφος της βασίλισσας Χετέφερες Α΄, μητέρας του Χέοπα, που βρέθηκε δίπλα στην πυραμίδα του γιου της και τοποθετήθηκε ακριβώς απέναντι ώστε να κοιτά προς αυτήν.
Ανάμεσα στα εκθέματα ξεχωρίζει και το «Κανώπειο Διάταγμα», γραμμένο σε ιερογλυφικά και αρχαία ελληνικά, που ο καθηγητής χαρακτηρίζει ως τη «στήλη της Ροζέτας» του μουσείου. Υπάρχουν συνολικά έξι αντίγραφα, τα οποία βρέθηκαν μετά τη στήλη της Ροζέτας που βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο.
Αναφερόμενος στο γερμανικό επιχείρημα για τη μη επιστροφή της Νεφερτίτης, επειδή αποτελεί «καλή πρέσβειρα» του αιγυπτιακού πολιτισμού στο Βερολίνο, ο καθηγητής απαντά ότι η Αίγυπτος διατηρεί το δικαίωμα να ανακαλέσει την πρέσβειρά της όποτε το θελήσει. Για τη στήλη της Ροζέτας του Βρετανικού Μουσείου τονίζει ότι η Αίγυπτος δεν σταμάτησε ποτέ να την ζητά.
Τέλος, ο Τάρεκ Ταουφέκ τάσσεται υπέρ της επιστροφής των γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα, επισημαίνοντας ότι «έχουν υπάρξει δεδομένα, διότι έτσι όπως εκτίθενται στο βρετανικό μουσείο δεν αντικατοπτρίζουν πραγματικά αυτό που αντιπροσωπεύουν». Συμπληρώνει ότι θα ήταν «άκρως ευκταίο» να εκτεθούν στο νέο Μουσείο της Ακρόπολης, όπου, όπως λέει, υπάρχει το κατάλληλο περιβάλλον για να αναδειχθούν αντάξια.
Ο καθηγητής εξηγεί πως καθυστερήσεις στο άνοιγμα του Μεγάλου Αιγυπτιακού Μουσείου οφείλονται σε εξωγενείς παράγοντες, όπως η πανδημία, αλλά και η γεωπολιτική κατάσταση στην περιοχή. Παρά τις αρχικές αμφιβολίες συναδέλφων του για την επιτυχία του εγχειρήματος, ο ίδιος δηλώνει πως η εμπειρία αυτή αποτέλεσε σημαντική πρόκληση στην καριέρα του και είναι περήφανος για το αποτέλεσμα, που ξεπέρασε το 80% των προσδοκιών.
Το μουσείο, με τη μοναδική του θέση δίπλα στις πυραμίδες και τα ανεκτίμητα εκθέματά του, αποτελεί πλέον σημείο αναφοράς για τον πολιτισμό της Αιγύπτου και παράλληλα πυροδοτεί συζητήσεις για την επιστροφή σημαντικών πολιτιστικών θησαυρών σε χώρες προέλευσής τους, όπως η Ελλάδα.





