[K] Έκρηξη κόστους στην αγορά εξισορρόπησης ενέργειας: Ποιοι επιβαρύνονται και γιατί

Η αγορά εξισορρόπησης ενέργειας στην Ελλάδα καταγράφει ανεξέλεγκτη αύξηση κόστους, με τις εκτιμήσεις για το 2025 να υπερβαίνουν το 1 δισ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή προκαλεί ανησυχίες για τη δομή και τη λειτουργία του συστήματος, καθώς οι επιβαρύνσεις μεταφέρονται στους καταναλωτές ενώ παράλληλα παρατηρούνται υπερκέρδη σε συγκεκριμένες μονάδες παραγωγής.
Οι Λογαριασμοί Προσαυξήσεων, και ειδικότερα ο ΛΠ3 που σχετίζεται με το κόστος της ανακατανομής μονάδων ενέργειας με εντολή του ΑΔΜΗΕ, έχουν αυξηθεί έως και 150% σε σχέση με το 2024. Η αύξηση αυτή οδηγεί σε σημαντική επιβάρυνση των τελικών καταναλωτών και ευνοεί τις μονάδες υδροηλεκτρικών και φυσικού αερίου, όπως επιβεβαιώνουν στοιχεία της ΕΒΙΚΕΝ.
Η ραγδαία αυτή αύξηση εγείρει ερωτήματα σχετικά με τους παράγοντες που τη διαμορφώνουν και το γιατί η ελληνική αγορά εξισορρόπησης παρουσιάζει μεγάλες αποκλίσεις από τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Η αγορά εξισορρόπησης λειτουργεί ως μηχανισμός διόρθωσης στο ηλεκτρικό σύστημα, παρόμοιος με το «τιμόνι» και τα «φρένα» σε ένα όχημα. Παρότι το πρόγραμμα παραγωγής και κατανάλωσης ρεύματος καθορίζεται στο χρηματιστήριο ενέργειας, στην πράξη απαιτούνται συνεχείς διορθώσεις λόγω της αβεβαιότητας στην παραγωγή από ΑΠΕ, μεταβολών στην κατανάλωση ή απρόβλεπτων βλαβών σε μονάδες παραγωγής.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο ΑΔΜΗΕ καλεί συγκεκριμένους παραγωγούς να αυξήσουν ή να μειώσουν την παραγωγή τους ή να παραμείνουν σε εφεδρεία, εξασφαλίζοντας την ομαλή λειτουργία του συστήματος. Ωστόσο, το κόστος αυτών των διορθώσεων διογκώνεται από τους ηλεκτροπαραγωγούς και επιβαρύνει τελικά τους καταναλωτές μέσω επιπλέον χρεώσεων που δεν εμφανίζονται άμεσα στους λογαριασμούς.
Η ανάγκη για διαρθρωτικές αλλαγές και διαφάνεια στην αγορά εξισορρόπησης καθίσταται επιτακτική προκειμένου να περιοριστούν οι στρεβλώσεις και να διασφαλιστεί η δίκαιη κατανομή των βαρών μεταξύ των συμμετεχόντων στην αγορά ενέργειας.